Ανάμεσα στις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα υπάρχει μία που ξεχωρίζει: η επισιτιστική ανασφάλεια. Απόρροια και αυτή της κλιματικής κρίσης, σημαίνει ότι εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν πρόσβαση σε αρκετή, θρεπτική τροφή.

Κλιματική κρίση: Αστρονομικό και ασύμμετρο το κόστος για τις εθνικές οικονομίες

Πρόκειται για ένα από τα ζητήματα που τέθηκαν επί τάπητος σήμερα στη σύνοδο της COP28 στο Ντουμπάι. Όπως μεταδίδει το Reuters, περισσότεροι από 130 ηγέτες χωρών ζήτησαν την Παρασκευή να επανεξεταστούν τα παγκόσμια και εθνικά συστήματα διατροφής για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Πρόκειται για την πρώτη επίσημη αναγνώριση σε σύνοδο κορυφής του ΟΗΕ για το κλίμα των αυξανόμενων ανησυχιών για την επισιτιστική ασφάλεια και τις εκπομπές που θερμαίνουν τον πλανήτη από τη γεωργία.

Παγκόσμια βιομηχανία παραγωγής τροφίμων και κλίμα αλληλοεπηρεάζονται, σε ένα σπιράλ που απειλεί εκατομμύρια ζωές. Το Reuters εξηγεί πως λειτουργεί αυτός εν δυνάμει φονικός φαύλος κύκλος.

Καθώς οι εκπομπές ορυκτών καυσίμων θερμαίνουν τον πλανήτη, οδηγούν σε πιο ακραία καιρικά φαινόμενα – από ισχυρές βροχές και ξηρασίες έως καύσωνες – καθώς και σε σταδιακή άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Όλα αυτά μπορούν να επηρεάσουν τις καλλιέργειες, να καταστρέψουν καλλιεργήσιμες εκτάσεις και να δυσκολέψουν την εργασία των αγροτών.

Η αύξηση της θερμοκρασίας φέρνει επίσης ασθένειες και παράσιτα στις καλλιέργειες σε νέες τοποθεσίες ή καθιστά τις απειλές πιο σοβαρές, καταστρέφοντας περισσότερες σοδειές και μειώνοντας τις αποδόσεις.

Αυτά τα προβλήματα σε συνδυασμό με άλλες πιέσεις στα συστήματα τροφίμων – από τις αυξανόμενες συγκρούσεις έως τους περιορισμούς στις εξαγωγές καλλιεργειών από τις χώρες παραγωγής τροφίμων και την κερδοσκοπία στις αγορές – σημαίνουν ότι τα τρόφιμα γίνονται λιγότερο προσιτά με αποτέλεσμα περισσότεροι άνθρωποι να πεινούν.

Το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ εκτιμά ότι 333 εκατομμύρια άνθρωποι θα αντιμετωπίσουν οξεία επισιτιστική ανασφάλεια το 2023 στις 78 χώρες όπου δραστηριοποιείται – μια τεράστια αύξηση από περίπου 200 εκατομμύρια πριν από την πανδημία COVID-19.

Η καταστροφή καλλιεργειών δεν είναι νέο φαινόμενο, καθώς τα πλεονάσματα σε ορισμένες περιοχές καλύπτουν εδώ και καιρό τις ελλείψεις σε άλλες, αλλά οι επιστήμονες φοβούνται ότι οι ισχυρότερες κλιματικές επιπτώσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ταυτόχρονες καταστροφές σε όλα τα μεγάλα παγκόσμια «περιβόλια» και «σιτοβολώνες», με αποτέλεσμα την ταχεία αύξηση της παγκόσμιας πείνας.

Η αγροτική παραγωγή

Σε όλο τον κόσμο, πολλοί αγρότες προσαρμόζονται στα ακραία κλιματικά φαινόμενα με διάφορους τρόπους, από το σκάψιμο αρδευτικών λιμνών για να παγιδεύουν τα νερά των πλημμυρών και να τα αποθηκεύουν για τις ξηρές περιόδους, μέχρι την υιοθέτηση νέων σπόρων που είναι προσαρμοσμένοι στην κλιματική αλλαγή ή την επαναφορά ανθεκτικών παραδοσιακών καλλιεργειών.

Αλλά ορισμένες προκλήσεις – όπως οι συχνότεροι και ακραίοι καύσωνες που μπορεί να δυσχεράνουν την εργασία των αγροτών σε εξωτερικούς χώρους – είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν.

Τα χρήματα για να βοηθηθούν οι αγρότες μικρής κλίμακας – οι οποίοι προμηθεύουν περίπου το ένα τρίτο των τροφίμων στον κόσμο – να προσαρμοστούν στους κλιματικούς κινδύνους είναι επίσης δραματικά λίγα.

Το 2021, έλαβαν μόνο περίπου 2 δισεκατομμύρια δολάρια, ή το 0,3% της συνολικής διεθνούς χρηματοδότησης για το κλίμα από δημόσιες και ιδιωτικές πηγές, σύμφωνα με τη δεξαμενή σκέψης Climate Focus με έδρα το Άμστερνταμ.

Με ελάχιστη εξωτερική βοήθεια διαθέσιμη, πολλοί από αυτούς τους αγρότες – οι οποίοι έχουν συμβάλει ελάχιστα στις εκπομπές που θερμαίνουν τον πλανήτη – πληρώνουν οι ίδιοι το κόστος της κλιματικής προσαρμογής.

Η έρευνα της Climate Focus σε 13 χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής διαπίστωσε ότι σχεδόν 440 εκατομμύρια νοικοκυριά μικροκαλλιεργητών δαπανούν σήμερα περίπου 368 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για το κόστος προσαρμογής, ή περίπου 838 δολάρια το καθένα ετησίως.

Οι αναλυτές λένε ότι οι προσπάθειες για την ενίσχυση της παγκόσμιας επισιτιστικής ασφάλειας πρέπει επίσης να φτάσουν πολύ πέρα από τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις, να προσπαθήσουν να περιορίσουν τους κερδοσκόπους στις αγορές τροφίμων, να αποθαρρύνουν τις απαγορεύσεις των εξαγωγών και να ανανεώσουν τα ολοένα και πιο υπερφορτωμένα συστήματα ανθρωπιστικής βοήθειας.

Γίνεται να καλλιεργούμε χωρίς να επιβαρύνουμε τον πλανήτη;

Η επέκταση της καλλιεργούμενης γης -ή η ενίσχυση της χρήσης λιπασμάτων που βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα και η ανάπτυξη νέων ποικιλιών καλλιεργειών- αποτελούν εδώ και δεκαετίες  τους συμβατικούς τρόπους για την παραγωγή περισσότερων τροφίμων.

Όμως η επέκταση της γεωργικής γης συχνά γίνεται εις βάρος των δασών και άλλων ζωτικής σημασίας φυσικών οικοσυστημάτων, επειδή η βλάστησή τους απορροφά και αποθηκεύει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που θερμαίνουν το κλίμα, συμβάλλοντας έτσι στον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής.

Για παράδειγμα, σχεδόν το 20% του τεράστιου τροπικού δάσους του Αμαζονίου έχει πλέον χαθεί, σε μεγάλο βαθμό για την καλλιέργεια σόγιας και την εκτροφή βοοειδών.

Οι επιστήμονες φοβούνται ότι η περαιτέρω αποψίλωση των δασών θα μπορούσε με την πάροδο του χρόνου να μετατρέψει το δάσος σε ξηρή σαβάνα, θέτοντας σε κίνδυνο τις βροχοπτώσεις για τη γεωργία σε ολόκληρη τη Νότια Αμερική – και σαμποτάροντας τους παγκόσμιους στόχους για την προστασία του κλίματος και της βιοποικιλότητας.

Οι προσπάθειες για την εντατικοποίηση της παραγωγής τροφίμων που καλλιεργούνται σε μια καθορισμένη έκταση γης έχουν παρουσιάσει κάποια επιτυχία, αλλά συχνά απαιτούν μεγάλες ποσότητες ακριβών λιπασμάτων με βάση τα ορυκτά καύσιμα.

Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, πιο φιλικές προς το περιβάλλον μέθοδοι καλλιέργειας κερδίζουν νέους υποστηρικτές, από τις Ηνωμένες Πολιτείες έως την Ινδία.

Οι αναλυτές τροφίμων λένε ότι ο καλύτερος τρόπος για να αυξηθεί ο παγκόσμιος εφοδιασμός δεν είναι οι πιο εντατικές καλλιέργειες, αλλά η μείωση της τεράστιας ποσότητας τροφίμων που σπαταλιέται κάθε χρόνο.

Ενώ ο κόσμος παράγει αρκετά τρόφιμα για όλους, περίπου το ένα τρίτο από αυτά χάνεται ή σπαταλιέται κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού από το χωράφι στο πιάτο, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, τα οποία λένε ότι ο μέσος άνθρωπος σπαταλά 74 κιλά τροφίμων κάθε χρόνο.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Green