Η υπόθεση της εμπλοκής της ΕΥΠ στην παρακολούθηση των επικοινωνιών του κ. Ανδρουλάκη αποτελεί ένα μείζον ζήτημα διαφάνειας και λογοδοσίας για την κυβερνητική λειτουργία. Ωστόσο, θα πρέπει να αξιοποιηθεί ως ευκαιρία ενίσχυσης της δημοκρατικής εποπτείας, και όχι ως αφορμή για την αναθέρμανση των τάσεων υποχώρησης της εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα.

Ένα τμήμα της συζήτησης αφορά στον έλεγχο του ίδιου του πρωθυπουργού, αφού ο ίδιος κατά το νόμο εποπτεύει την ΕΥΠ. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ορθώς κινείται η σχετική κοινοβουλευτική διαδικασία, καθώς θεμέλιο της δημοκρατικής διακυβέρνησης είναι η δυνατότητα χρήσης κοινοβουλευτικών ή εκλογικών μέσων για να «διώξεις τους κατεργάρηδες» (‘throw the rascals out’). Οι συνάδελφοι συνταγματολόγοι ορθώς κάνουν επίκληση των σχετικών διατάξεων του Συντάγματος, σύμφωνα με τις οποίες η αυτονόητη συνέπεια της ανάληψης πολιτικής ευθύνης είναι η παραίτηση του πρωθυπουργού.

Η πολιτική ζωή δεν μπορεί να έχει τους αυτοματισμούς μιας παρτίδας σκάκι

Ωστόσο, είναι σαφές ότι οφείλουμε να κάνουμε μία κλιμάκωση της αντικειμενικής ευθύνης, καθώς πρέπει να εξεταστεί η εμπρόθετη δράση του ιδίου. Συχνά οι πρωθυπουργοί στα κοινοβουλευτικά συστήματα οδηγούνται σε πρόωρη παραίτηση όταν πλέον δεν διαθέτουν την πολιτική ισχύ να ασκήσουν τα καθήκοντά τους λόγω της διάχυτης κριτικής εις βάρος τους, και της ελλιπούς κοινοβουλευτικής στήριξης (Μητσοτάκης, 1993, Καραμανλής, 2009, Παπανδρέου, 2011, Thatcher, 1992, Johnson, 2022). Ο Craxi παραιτήθηκε (1992) αμέσως μόλις του ασκήθηκε δίωξη για διαφθορά. Στο αμερικανικό προεδρικό σύστημα ο Clinton (1998) υπερασπίστηκε την θέση του στην περίπτωση της ανακριτικής διαδικασίας για τις ψευδείς δηλώσεις του (Lewinsky), και ανέκτησε την πολιτική στήριξη. Ο Hollande, αν και είχε ελάχιστη πολιτική επιρροή προς το τέλος της θητείας του και επιβαρύνθηκε με υπόθεση της προσωπικής ζωής του, επέλεξε να παραμείνει ως το τέλος της θητείας του. Σε άλλες περιπτώσεις η απόδοση ευθυνών προέκυψε σε μεταγενέστερο χρόνο (Kohl, ιδιωτική χρηματοδότηση CDU).

Τα παραπάνω συνηγορούν στη διαπίστωση ότι η πολιτική ζωή δεν μπορεί πάντοτε να έχει τους αυτοματισμούς μίας παρτίδας σκάκι, δηλαδή την απώλεια του κορυφαίου στην περίπτωση εσφαλμένων κινήσεων. Εάν αυτό ίσχυε, ο κανόνας θα ήταν η κυβερνητική αστάθεια. Προσωπικά δεν γνωρίζω καμία μελέτη των πολιτικών συστημάτων η οποία να αναφέρει ότι αυτή η κατάσταση προάγει τη δημοκρατία.

Το παιχνίδι με όρους Jenga

Είναι προτιμότερο να αντιληφθούμε την κατάσταση με όρους Jenga, το παιχνίδι στο οποίο κρίνεται η στατικότητα του πύργου στον οποίο οι παίκτες προσθέτουν και αφαιρούν στοιχεία στήριξης. Δεν αποκλείεται η πιθανότητα παραίτησης του πρωθυπουργού, εάν προκύψουν στοιχεία εμπρόθετης δράσης του στις παρακολουθήσεις. Δεν πρέπει, όμως, να παραβλέπουμε ότι οι πρωθυπουργοί δεν ελέγχονται μόνον από την τήρηση της διαδικαστικής νομιμοποίησης, αλλά οφείλουν να διατηρούν ικανά επίπεδα πολιτικής αποδοχής και να υπόκεινται στον καθημερινό δημοκρατικό έλεγχο. Ο νυν πρωθυπουργός απολογούμενος για την υπόθεση αυτή, και λογοδοτώντας για τα κυβερνητικά πεπραγμένα συνολικά, εκτίθεται στην ετυμηγορία του εκλογικού σώματος, η οποία θα εκφραστεί με οριστικό τρόπο στις επικείμενες εκλογές.

Ακόμη, δεν πρέπει να παραβλέπουμε και τις πολιτικές σκοπιμότητες. Σε ένα ασύμμετρο κομματικό σύστημα με τη διαφορά πρώτου και δεύτερου κόμματος να προσεγγίζει τις δέκα μονάδες, και την αποτυχία της αντιπολίτευσης να φθείρει την πλειοψηφία από το 2019, είναι προφανές ότι η υπόθεση αυτή αποτελεί μία ευπρόσδεκτη καύσιμη ύλη με ορίζοντα και τις επικείμενες εκλογές. Ο καγκελάριος Schmidt (1982) υποχρεώθηκε σε παραίτηση έπειτα από την πρόταση δυσπιστίας, γιατί ο κυβερνητικός εταίρος FDP αποφάσισε να συμπράξει με το CDU.

H θέση της ακαδημαϊκής κοινότητας

Η ακαδημαϊκή κοινότητα δεν έχει λόγο να εμπλακεί στις πολιτικές σκοπιμότητες. Νομίζω ότι θα είναι χρησιμότερη η συμβολή της στην ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας της εκτελεστικής εξουσίας, υπό τις νέες δομές συγκέντρωσης εξουσιών μετά το 2019. Αν και η εξέλιξη αυτή οδήγησε σε ορισμένες επιτυχείς κυβερνητικές δράσεις, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι προκαλούνται ουσιαστικά θεσμικά ζητήματα.

Αν και το Σύνταγμα προβλέπει ότι ο πρωθυπουργός είναι primus inter pares, η πολιτική πρακτική όλων των κομμάτων εξουσίας συντήρησε ένα πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα, το οποίο είχε περιορισμένες οργανωτικές ικανότητες, και συνήθως υποσκάπτει τη διαφάνεια. Η υπόθεση Κοσκωτά ήταν η πρώτη σοβαρή ένδειξη προς αυτή την κατεύθυνση. Αργότερα, οι υποθέσεις Οτσαλάν και του παράνομου χρηματισμού ενός τ. υπουργού Αμύνης αποκάλυψαν άλλες σοβαρές αδυναμίες του «Μαξίμου». Οι παρατυπίες με την καταγραφή των δημοσιονομικών στοιχείων ήταν μία άλλη περίπτωση χείριστης άσκησης των πρωθυπουργικών καθηκόντων.

Οφείλουμε, λοιπόν, να διασφαλίσουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών στους πολιτικούς θεσμούς συνολικά, χωρίς να υποκύψουμε στην συγκάλυψη παρανομιών, ούτε στις εκλογικές σκοπιμότητες. Σε μία εποχή κατά την οποία ακραίες ιδεολογίες και τυχοδιωκτικοί κομματικοί σχηματισμοί κραδαίνουν τα όπλα τους εναντίον της δημοκρατικής σταθερότητας παντού στην Ευρώπη, συμπολίτευση και αντιπολίτευση πρέπει να διασφαλίσουν όρους προάσπισης του κοινοβουλευτικού συστήματος, για να μην εμφανιστούν εκ νέου οι ακραίες μορφές αντιπροσώπευσης των προηγούμενων ετών.

*Μάνος Παπάζογλου, Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικών Συστημάτων, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts