Το ζήτημα της εξαιρετικά αμφίβολης αποτελεσματικότητας των κυρώσεων της διεθνούς κοινότητας κατά της Μόσχας και το μείζον ερώτημα αν εν τέλει εκείνο που πετυχαίνει η Δύση – και δη η ΕΕ η οποία την περασμένη Πέμπτη ενέκρινε αισίως το όγδοο κατά σειρά πακέτο κυρώσεων, ένα για κάθε μήνα του πολέμου – είναι να πυροβολεί τα πόδια της και να ευνοεί το καθεστώς Πούτιν, έθεσε επί τάπητος με αφοπλιστική ευθύτητα ένας τεχνοκράτης του κλάδου πετρελαίου, ο διευθύνων σύμβουλος του γαλλικού ομίλου TotalEnergies Πατρίκ Πουγιανέ.

Διαβάστε επίσης – Χωρίς «φρένο» οι εξαγωγές ρωσικού πετρελαίου παρά τις κυρώσεις

Σαν να γνώριζε ήδη τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν μόλις το Σάββατο από τον ιταλικό ναυλομεσιτικό οίκο Banchero Costa για τις ρωσικές εξαγωγές καυσίμων, στοιχεία που έδειξαν ότι οι εξαγωγές επέστρεψαν πλέον στα προ πανδημίας επίπεδα παρά τα «τιμωρητικά» αντίποινα της Δύσης στη ρωσική επιθετικότητα, ο γάλλος μάνατζερ της TotalEnergies μιλώντας την περασμένη Πέμπτη στο Energy Intelligence Forum που διοργανώθηκε στο Λονδίνο, είχε προειδοποιήσει ότι η πρόθεση των χωρών του G7 να θέσουν ένα πλαφόν στην τιμή αγοράς του ρωσικού πετρελαίου για να περιορίσουν τα έσοδα της Μόσχας είναι «μια πολύ κακή ιδέα» που «θα μπορούσε να εργαλειοποιηθεί από τον Βλαντιμίρ Πούτιν, καθώς του δίνει ένα πλεονέκτημα».

Διαβάστε επίσης: Ρωσικά πλοία σε σιγή… ασυρμάτου

Ποιο είναι το πλεονέκτημα αυτό; «Για ένα πράγμα είμαι βέβαιος: ότι αν βάλουμε εμείς ανώτατο όριο στην τιμή που αγοράζουμε το ρωσικό πετρέλαιο, ο Πούτιν θα πεί ‘δεν σας πουλάμε πλέον’. Αν όμως το πει όντως αυτό, η τιμή δεν θα φτάσει στα 95 δολάρια το βαρέλι, αλλά στα 150 δολάρια. Προς όφελος της Ρωσίας. Δεν είναι κάτι που θα ήθελα να χαρίσω στον Βλαντιμίρ Πούτιν», είπε ο Πατρίκ Πουγιανέ.
Πρέπει εδώ να τονιστεί ότι το ζητούμενο στην απόφαση του G7 δεν είναι να πέσουν οι τιμές του πετρελαίου, αλλά να περιοριστούν τα έσοδα της Μόσχας από τις πωλήσεις. Το μέτρο διαφέρει και στον κεντρικό στόχο και στο σχεδιασμό και στην εφαρμογή και στη γεωγραφική στόχευσή του από την πρόταση των 15 χωρών της νότιας Ευρώπης για την επιβολή πλαφόν στην τιμή πώλησης του φυσικού αερίου στην ΕΕ.
Κίνα και Ινδία το πρόβλημα

Τον Σεπτέμβριο οι χώρες του G7 αποφάσισαν να θέσουν «επειγόντως» ένα πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου μέσω ενός περίπλοκου μηχανισμού που θα έπρεπε να τεθεί σε εφαρμογή, κυρίως καλώντας έναν «ευρύ συνασπισμό» χωρών να τον εφαρμόσει. Ο στόχος είναι βέβαια κοινά αποδεκτός: να περιοριστούν τα έσοδα από την πώληση του υδρογονανθράκων που χρηματοδοτούν την επιθετικότητα της Μόσχας στην Ουκρανία.

Κομβικό σημείο της συμφωνίας είναι να εξαγκαστεί η Ρωσία να πωλεί το πετρέλαιό της στις χώρες της Δύσης (στην Ευρώπη ως επί το πλείστον) σε τιμή χαμηλότερη από τη σημερινή αλλά πάντως υψηλότερη από την τιμή παραγωγής, προκειμένου να έχει κάποιο οικονομικό συμφέρον για να συνεχίσει να το πουλάει στις χώρες αυτές (οι οποίες βέβαια χρηματοδοτούν και εξοπλίζουν διαρκώς το Κίεβο).

Μοιάζει επιεικώς μαξιμαλιστικό το σχέδιο, στο μέτρο που προϋποθέτει τη συμμετοχή σ’ αυτό της Κίνας και της Ινδίας, δύο εκ των μεγαλυτέρων χωρών εισαγωγής πετρελαίου παγκοσμίως, οι οποίες όμως ακολουθούν πολιτική ίσων αποστάσεων στον πόλεμο της Ουκρανίας, κάτι βέβαια που ουσιαστικά ισοδυναμεί με στήριξη της Μόσχας. Στις «φιλικές» Κίνα και Ινδία όμως, το καθεστώς Πούτιν ήδη εξάγει πετρέλαιο σε τιμή πολύ χαμηλότερη από την τιμή που εξάγει στη Δύση.

Μαθήματα καπιταλισμού

Δεν συνιστά έκπληξη το γεγονός ότι η Μόσχα απέρριψε με οργή το σχέδιο του G7. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Ενέργειας Αλεξάντερ Νόβακ έκανε λόγο για «μια ιδέα που καταστρατηγεί τους μηχανισμούς της αγοράς» και η οποία «θα είχε ένα πολύ αρνητικό αντίκτυπο για την παγκόσμια πετρελαϊκή βιομηχανία».

Μιλώντας για πιθανές «ελλείψεις πετρελαίου» σε περίπτωση που η Δύση υιοθετήσει ένα τέτοιο μέτρο, ο Αλεξάντερ Νόβακ καταφέρθηκε κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης προειδοποιώντας τη γι’ άλλη μια φορά ότι «οι ρωσικές εταιρείες δεν πρόκειται να προμηθεύουν πετρέλαιο σε χώρες που το εργαλειοποιούν εναντίον τους».

Δεν είναι η πρώτη φορά που παραδίδει μαθήματα καπιταλισμού και λειτουργίας της ελεύθερης αγοράς ένα αυταρχικό και με ανύπαρκτη δημοκρατική κουλτούρα καθεστώς. Συχνά τόσο η Ρωσία όσο και η κατεξοχήν ευνοημένη από την παγκοσμιοποίηση του εμπορίου και των αγορών Κίνα, έχουν υψώσει το δάκτυλο στους πρώτους διδάξαντες του καπιταλισμού, οι οποίοι όμως είναι αλήθεια ότι δεν διστάζουν να καταφεύγουν στα πιο κραυγαλέα μέτρα οικονομικού προστευτισμού όταν κατά καιρούς θίγονται τα βραχυπρόθεσμα συμφέροντά τους.

«Ρωτήστε τους ειδικούς»

Δεν ήταν μόνο ο μάνατζερ του κορυφαίου γαλλικού ομίλου πετρελαιοειδών που αμφισβήτησε τη λογική της επιβολής πλαφόν στην τιμή του εξαγόμενου ρωσικού αερίου. Ο συνάδελφός του της Royal Dutch Shell, Μπεν Βαν Μπόιρντεν, από το ίδιο βήμα του Energy Intelligence Forum στο Λονδίνο εξέφρασε τη δυσπιστία του για την πρόταση του G7.

Ο διευθύνων σύμβουλος της ολλανδο-βρετανικής εταιρείας δεν επιχείρησε να διαβλέψει το αποτέλεσμα που θα μπορούσε να έχει η απόφαση της διεθνούς κοινότητας, αλλά στάθηκε στις δυσκολίες της εφαρμογής της.

«Από την στιγμή που πληροφορήθηκα γι’ αυτόν, προσπαθώ να αντιληφθώ πώς ένας τέτοιος μηχανισμός θα μπορούσε να είναι αποτελεσματικός. Η πολιτική παρέμβαση σε σύνθετες, αυτονομημένες και ανεξάρτητες αγορές ενέργειας θα είναι ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα», δήλωσε ο Βαν Μπόιρντεν και κάλεσε τις κυβερνήσεις να συμβουλευτούν ειδικούς προτού αναλάβουν δράση για να πετύχουν τον φιλόδοξο στόχο που έθεσαν.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή